Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2008

Σιγανές στιγμές - το σκουφί

προχθές μπήκε μια γυναίκα με ένα παιδί στο μαγαζί. το παιδί φορούσε σκουφί. μου ζητήσανε βραχιόλι. αγχώθηκα με τη μία. στα παιδιά δεν μπορείς να χαλάς χατήρι. και δεν είχα παρά ελάχιστα κομμάτια. υποψιάστηκα πως πρέπει να τους είχανε πάει το φετινό γούρι, που ήταν βραχιολάκι και τους ρώτησα. μου χαμογελάσανε. ναι το πήραμε, μου είπαν. έβγαλα τα ασημένια που είχα. φανήκαν να του αρέσουν. ήταν κορίτσι. χλωμό. ζήτησε να τα δει στο χέρι της.πήγα να της φορέσω το πρώτο. το χεράκι της ήτανε μαύρο. από φλεβοκεντήσεις. τά ΄χασα. το κατάλαβε. όσα παιδιά μπαίνουν στα νοσοκομεία γίνονται μεγάλοι. την κοίταξα. κατάλαβα πως το σκουφί που φορούσε ήταν γιατί δεν είχε μαλλιά. μου λέει, μου γλιστράει, θα φέρετε σας παρακαλώ άλλο. και θα φέρω γλυκειά μου και άλλα ασημένια, και θα φτιάξω πολύχρωμα σαν τα γούρια που θα αυξομειώνεται το μέγεθος, θα τα δεις σύντομα στη βιτρίνα! έφυγαν χαμογελώντας και οι δυό. έχω την αίσθηση πως αυτό το παιδί θα πάει καλά. δηλαδή θέλω να πάει καλά.